Είδος: Black Metal/Crust
Χώρα: Ελλάδα
Εταιρία: Αυτοχρηματοδοτούμενο
Έτος: 2022
Όπως αναφέρουν τα λεξικά της νέας ελληνικής, αποφορά είναι η δυσάρεστη οσμή, η έντονη δυσοσμία. Στα αρχαία ελληνικά όμως, αποφορά σημαίνει και πληρωμή φόρων-χρεών, ή ακόμη και το χρηματικό ποσό που κατέβαλαν οι δούλοι στον αφέντη τους, προκειμένου να εργάζονται χωρίς επίβλεψη. Τι να είχε στο μυαλό του ο… νονός; Δεν έχει καμία σημασία, διότι όποια κι αν είναι η σκέψη πίσω απ’ το όνομα τούτου του one-man project από την Αθήνα, η ουσία είναι μία: ο τύπος έχει κάνει τρομερή δουλειά στο ντεμπούτο, αφήνοντας το αποτύπωμα της λέξης στη μουσική του και της μουσικής του στη λέξη.
Τι είναι λοιπόν οι ΑΠΟΦΟΡΑ; Νομίζω πως ο καλύτερος χαρακτηρισμός θα ήταν πως έχουμε στα χέρια μας ένα παρασκεύασμα που το κυριότερο συστατικό του είναι η βαριά ατμόσφαιρα, είτε μιλάμε για τα black metal σημεία που είναι η βάση του, είτε για τα crust περάσματα που του δίνουν έναν τόνο πιο τραχύ. Τυπικά, δεν είναι αυτό που ίσως οι περισσότεροι θα περιμένουν, αφού σε αντίθεση με το συνηθισμένο blackened crust που λίγο-πολύ όλοι ξέρουμε, η μουσική των ΑΠΟΦΟΡΑ είναι πιο σκοτεινή και «καταραμένη», σαν περιθωριακή περσόνα ενός film-noir των mid-1900’s.
Για να το κάνω ταληράκια, σκεφτείτε ένα πικάντικο χαρμάνι από το σιδηροδρομικό black metal των Dödsrit και της neo-punk/crust ελληνικής σχολής. Μακρόσυρτα μουσικά θέματα, άλλοτε ταχυδυναμικά και άλλοτε αργόσυρτα και χαοτικά, εναλλάσσονται συχνά-πυκνά με επιθετικό d-beat και καθαρά punk φωνητικά – τα οποία προσωπικά ποτέ δεν μου άρεσαν ιδιαίτερα, αλλά αυτό είναι ξεκάθαρα υποκειμενικό ζήτημα.
Σε όλα τα παραπάνω, έρχεται να δέσει και το κομμάτι της παραγωγής, η οποία είναι τόσο-όσο, ούτε υπεργυαλισμένη και κρυστάλλινη, ούτε σκατένια και σάπια, λες και ζούμε ακόμη στα 80’s. Έχει στον βαθμό που χρειάζεται τα απαραίτητα πρίμα, ώστε να εξωτερικεύει το black metal feeling, αλλά έχει και τον απαραίτητο όγκο, για να μην είναι σαν μέλισσα σε σπιρτόκουτο.
Και τι κι αν είναι μικρό σε διάρκεια (βάσει των όσων έχουμε συνηθίσει) για full-album; Σαν ένα σφηνάκι από ένα καλό παλαιωμένο ρούμι, σε χορταίνει χωρίς να χρειάζεσαι περισσότερο, άσχετα που εγώ… ήπια τρία-τέσσερα απανωτά.