Είδος: Avant-Garde Progressive Metal
Χώρα: Νορβηγία
Εταιρία: Prophecy Productions
Χρονιά: 2015

Φαίνεται ότι υπάρχει ένας ιδιαίτερος ψυχαναγκασμός σε μια μερίδα συγκροτημάτων, ο οποίος επιβάλλει την κυκλοφορία, σε κάποιο σημείο της καριέρας τους, ενός άλμπουμ ομώνυμου (ή σχεδόν ομώνυμου) με τη μπάντα (π.χ. οι Voivod το κάνανε 20 χρόνια μετά τη γέννησή τους, οι Paradise Lost το κάνανε εις διπλούν μιας και τους έπαιρνε από πλήθος λέξεων, κ.ο.κ.). Οι Arcturus επέλεξαν λοιπόν τον πέμπτο δίσκο τους για να προβούν στην ικανοποίηση αυτού του ακίνδυνου ψυχαναγκασμού, μετά από 10 χρόνια δημιουργικής ανυπαρξίας. Μετά το οριακά αντάξιο του ονόματος της μπάντας “Sideshow Symphonies”, αλλά και το κενό (συν την τετραετή διάλυση) που ακολούθησε, δεν περίμενα πολλά από τους Νορβηγούς. Σίγουρα όχι κάτι που θα φτάνει (και ίσως ξεπερνάει) το “Sham Mirrors”. Το “Arcturian” με διέψευσε θριαμβευτικά, πλασαριζόμενο με ευκολία στο πάνθεο των διαχρονικών κυκλοφοριών του συγκροτήματος.

“The Arcturian Sign”, εναρκτήριο κομμάτι, με trip-hop/electro λούπες να παραδίδουν τη σκυτάλη σε μια ατμοσφαιρική μάζωξη των στοιχείων που χαρακτηρίζουν τη μπάντα από άκρη σε άκρη της δισκογραφίας της: ρευστές κιθάρες με υψηλή ευκρίνεια, ταξιδιάρικη μελωδικότητα, και σόλο που μέσα στην απλότητά τους λάμπουν ξεκάθαρα• έναν ICS Vortex σε μεγάλα κέφια να παίρνει το κομμάτι πάνω του, λες και αυτό γράφτηκε γύρω από τις φωνητικές γραμμές του (κάτι που γίνεται πιο εμφανές παρακάτω στο δίσκο)• τα πανταχού παρόντα πλήκτρα του ηγέτη να ωθούν τα κομμάτια προς τα μπρος, και (κυρίως) προς τα πάνω• έναν Hellhammer σε ελεύθερη πλεύση εντός πεδίου δίχως βαρύτητα• το ηλεκτρονικό στοιχείο να ενυπάρχει διακριτικά σε μεγάλο μέρος του συνόλου. Το “The Arcturian Sign” δεν είναι καν ανάμεσα στα καλύτερα κομμάτια του δίσκου, αλλά σε παρασέρνει με την μαγική ατμόσφαιρά του, δίχως όμως να σε προετοιμάζει για τη διπλή καταιγίδα που ακολουθεί: “Crashland” και “Angst”. Τα πιθανώς δυο καλύτερα κομμάτια σε ένα δίσκο με σκληρό ανταγωνισμό. Αποθεωτική μελωδικότητα, αυτή η προοδευτική (άσχετη με φλυαρίες) λογική(;) των Arcturus, με αστρικές ατμόσφαιρες που νοσταλγούν το σέλας του “Aspera Hiems Symfonia” στο “Crashland”, οι οποίες διοχετεύονται και στο “Angst”, το οποίο και ενθρονίζεται εν μέσω blast-beat-ικών καταιγίδων (με αυτόν τον απόλυτα εθιστικό ρυθμό στα κουπλέ).

Δεν έχει ιδιαίτερο νόημα το να πιάσω κάθε κομμάτι ξεχωριστά, εκτός κι αν η έκταση υπερβεί τα φυσιολογικά για μια κριτική όρια. Το ζήτημα εδώ είναι πως οι Arcturus επέστρεψαν με ένα δίσκο που όχι μόνο σκιάζει το λίγο “Sideshow Symphonies”, αλλά είναι πλήρως πιστός στα βασικά και αναγνωρίσιμα σημεία της μπάντας, καταφέρνοντας συνάμα να ακούγεται εκπληκτικά φρέσκος και προοδευτικός. Ο ICS Vortex αφήνει κατά μέρος τις υπερβολές που τόσο αγαπάει, και δίνει μια μνημειώδη ερμηνεία (τόσο στα καθαρά όσο και στα ακραία φωνητικά), η οποία μας κάνει να ξεχάσουμε μια και καλή τις συγκρίσεις με τον Garm. Οι υπόλοιποι της ομάδας είναι σταθερές αξίες, και το δέσιμο μεταξύ τους είναι αντάξιο της μακρόχρονης πορείας τους.

Προφανώς δε μιλάμε για έναν black metal δίσκο, ένα είδος το οποίο έχει απεμπλακεί σε μεγάλο βαθμό από τον ήχο των Νορβηγών εδώ και πολλά χρόνια, από το “Sham Mirrors” (ή και ακόμη παλιότερα θα μπορούσε να πει κάποιος). Και για να είμαστε δίκαιοι, ακόμη και όταν οι Arcturus έπαιζαν black metal στα “Constellation” και “Aspera Hiems Symfonia”, το έκαναν με έναν τρόπο που δε συμβάδιζε ιδιαίτερα με την Νορβηγία της εποχής, μια Νορβηγία που τότε ξεκινούσε οριακά να σκέφτεται την ενσωμάτωση πειραματικών στοιχείων στον ήχο της.

Εν τέλει, το “Arcturian” είναι μια πολύ μεγάλη επιστροφή από μια εξίσου μεγάλη μπάντα, το οποίο πιστεύω πως εξέπληξε ευχάριστα ακόμη και τους πιο αισιόδοξους οπαδούς του συγκροτήματος. Ένας δίσκος-μνημείο προοδευτικής και συνάμα εθιστικής και αξιομνημόνευτης μουσικής, που δεν κατηγοριοποιείται. Άλλο ένα εξαίσιο φετινό comeback από τη Νορβηγία.
Highlights: “Crashland”, “Angst”, “Game Over”, “Bane”

5/6