Το hometown gig του τουρ του Fabrika Fest ξεκίνησε με το δικό μας αγαπημένο duo, αυτό των Selofan. Ένα πράγμα που πάντα με ανησυχεί όταν πηγαίνω σε πιο minimal synth, dark wave, κλπ συναυλίες είναι ότι συνήθως η εμπειρία δεν προσθέτει κάτι παραπάνω από την αντίστοιχη σε ένα σκοτεινό υπόγειο ακούγοντας τους ήχους από το ηχοσύστημα. Δεν χάρηκα ποτέ περισσότερο που έκανα λάθος. Η ατμόσφαιρα είχε ήδη αρχίσει να βαραίνει από τη πρώτη στιγμή με το εκκλησιαστικό κηροπήγιο πάνω στη σκηνή, το σκοτάδι στο χώρο και την μοναδική εμφάνιση της τραγουδίστριας (κάτι σε η Vivienne Westwood έντυσε μια νέα ξανθιά Nina Hagen). Η δυάδα σαν σε χωρογραφία εκτέλεσε άψογα τα κομμάτια, αλλάζοντας πόστα, όργανα και υποδεχόμενη μέχρι και guest (όσοι έχουν δει τα βίντεο κλιπ ξέρουν), χωρίς να στερείται καθόλου από τη μουσική της. Παράλληλα το video wall με το οποίο συνεργάστηκαν αρμονικά (κάποιες φορές απόλυτα συγχρονισμένα) δημιούργησε ένα έξτρα ανάγνωσμα στην εμφάνιση τους. Όντας μόνο επιφανειακά εξοικειωμένος με τη μουσική τους, σίγουρα η εντύπωση που μου άφησαν ήταν η καλύτερη και όπως το μέλλον απέδειξε, δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από την υπόλοιπη οικογένεια της Fabrika Records. Εδώ θέλω να σχολιάσω, κάτι που ισχύει για όλες τις εμφανίσεις, ότι ο ήχος ήταν εξαιρετικός και έδωσε πολλά στο υπέροχο mood της βραδιάς.

Δεύτερη στη σειρά ακολούθησαν οι γείτονες μας, εκ Τουρκίας ορμώμενοι και ιδιαιτέρα αγαπητοί, οι She Past Away. Η δυάδα εμφανίστηκε στη σκηνή σε ένα γεμάτο venue στο οποίο αρχικά απευθύνθηκε με ένα τουλάχιστον υποτονικό ξεκίνημα. O Robert Smith της Τουρκίας και η παρέα του φάνηκαν αρκετά πεσμένοι, ίσως λόγω του ότι ήταν το σκοτεινότερο act της βραδιάς. Για τουλάχιστον το πρώτο μισό του σετ τους η ανησυχία που εξέφρασα παραπάνω εμφανίστηκε και αυτή τη φορά. Ήταν εκεί που έπαιξαν το hit τους και σίγουρα από τα αγαπημένα μου κομμάτια, το “Kasvetli Kutlama” που όλα άλλαξαν. Δεν ξέρω αν έφταιγε ότι απλά η ψυχολογική μου διάθεση άλλαξε κατευθείαν ή αν είχε να κάνει με τον υπερβολικό ενθουσιασμό του κόσμου ή αν αυτός ο ενθουσιασμός τροφοδότησε την μπάντα ώστε να τα δώσει όλα, μπορεί και όλα ταυτόχρονα, πάντως από εκείνη τη στιγμή το duo ήταν σαν να εμφανίζεται για πρώτη φορά μπροστά μου και μπορώ να πω πως καιρό είχα να περάσω τόσο καλά σε live. Ταπεινά μας είπαν πως θα παίξουν για πρώτη φορά ένα νέο κομμάτι live και να τους συγχωρέσουμε αν κάνουν λάθη. Πριν κατέβουν από τη σκηνή μας είπαν στα ελληνικά πόσο μας αγαπούν, μας ευχαρίστησαν και μας καληνύχτισαν.

Την σκυτάλη πήρε το τελευταίο duo της βραδιάς, οι Lebanon Hanover από τη Γερμανία. Σίγουρα δε λείπουν από την playlist κανενός εναλλακτικού DJ της πρωτεύουσας. Ο κόσμος περίμενε με ανυπομονησία την εμφάνιση τους και εκστασιάστηκε με την εμφάνιση του μπασίστα στη σκηνή με το εκκεντρικό κόκκινο κουστούμι του. Σίγουρα ακόμη ένα υποτονικό ξεκίνημα, συνοδευόμενο με κάποιες ηχητικές ανησυχίες της κιθαρίστριας στον ηχολήπτη, αλλά παρόλα αυτά με μια πιο προσωπική και απαλή προσέγγιση σε σχέση με τους προηγούμενος. Ιδιαίτερη στιγμή σίγουρα ήταν η πλαισίωση τους από τον μπασίστα τον Selofan στο σαξόφωνο για ένα κομμάτι. Σταδιακά οδήγησαν το κοινό στην αναμενόμενη συναισθηματική φόρτιση που απαιτούνταν για να μας αποτελειώσουν με το μοναδικό “Gallowdance”. Αυτή ήταν μόνο η αρχή όμως. Μετά από έντονη ζήτηση βγαίνουν στη σκηνή, ο μπασίστας πλέον χωρίς το μπάσο, μεταμορφωμένοι σε άλλη μπάντα. Τα synths πήραν τα ηνία και όλος ο χώρος μεταμορφώθηκε σε ένα ρυθμικό ξεφάντωμα. Η σκηνική παρουσία του πλέον frontman ήταν μοναδική, όπου σαν ένας υπερδιεγερμένος και αυστηρός Ian Curtis όργωσε το stage. Σίγουρα highlight της βραδιάς και προφανώς ακολούθησε ακόμα πιο λυσσασμένο δεύτερο encore. Στο τέλος μέσα σε φιλικότατο κλίμα, οι 6 πρωταγωνιστές της βραδιάς βγήκαν στη σκηνή και μας υποκλίθηκαν πριν την έξοδο τους.