Η δεκαετία του 90 βρίσκεται κατά μέσο όρο γύρω στα 30 χρόνια πίσω και οι ακροάσεις των δίσκων εκείνης της εποχής αποκτούν πλέον άλλο νόημα. Άλλοι ήταν καλοί για την εποχή τους αλλά πλέον ακούγονται παρωχημένοι. Άλλοι ακούγονται ευχάριστα και σήμερα. Υπάρχουν όμως και αυτοί που σου αφήνουν το ίδιο τραύμα όπως τότε, αυτοί που θα μπορούσαν να είναι στις επερχόμενες κυκλοφορίες της σημερινής εποχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας κυκλοφορίας είναι το “The Nocturnal Silence” των Necrophobic.
Το συγκρότημα δημιουργήθηκε στη Στοκχόλμη το 1989 από τους Blackmoon και Joakim Sterner με σκοπό να παίξουν ένα πιο σκοτεινό death metal από εκείνο της εποχής τους… και τα κατάφεραν! Πήραν το όνομα τους από το ομώνυμο τραγούδι των Slayer. Το demo που κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά, περιείχε ουσιαστικά μόνο το “Realm of Terror” και δε μπόρεσε να τους συστήσει αντιπροσωπευτικά στο metal κοινό. Τα demos όμως των “Slow Asphyxiation” (1990) και “Unholy Prophecies” (1991), πέραν από το γεγονός ότι αποτελούνταν έκαστο από 3 συνθέσεις, κατάφεραν να πουλήσουν μερικές χιλιάδες αντίτυπα και να τους κάνουν ένα από τα ανερχόμενα underground ονόματα. Η κατάσταση κλιμακώνεται με την κυκλοφορία του EP “The Call” (1993) και η Black Mark Production τους προσφέρει δισκογραφικό συμβόλαιο για το πρώτο full length τους που θα έρθει μέσα στην ίδια χρονιά.
Ηχογραφημένο στα Sunlight Studio, το “Τhe Nocturnal Silence” προκάλεσε αίσθηση την εποχή που κυκλοφόρησε, όπως εξακολουθεί να κάνει ακόμη και σήμερα. Όπως προανέφερα, οι Necrophobic ήθελαν να παίξουν ένα πιο σκοτεινό death metal. Ο όρος blackened death metal δεν ήταν δόκιμος την εποχή εκείνη αλλά αν κάποιος το κρίνει έτσι σήμερα, δεν θα απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Εννιά συνθέσεις που ξεχύνονται με ορμή από τα ηχεία και κατασπαράζουν τον ανυποψίαστο ακροατή. Ωμό, τραχύ, βίαιο, με το συγκρότημα να παίζει στα κόκκινα. Μπορείς σχεδόν να ακούσεις την νεανική τους ορμή και την δίψα τους για ακραίο metal. Death metal σε υψηλές κατά βάση ταχύτητες και ισοπεδωτικά riffs που δεν αφήνουν περιθώριο αμφισβήτησης. Τα σιδηροδρομικά riffs εμφανίζονται ανά διαστήματα για να κάνουν τη σύνδεση με το black metal αλλά και να δημιουργήσουν μια πνιγηρή ατμόσφαιρα, πάντα σε συνδυασμό με τα εφιαλτικά φωνητικά. Ωραία όλα αυτά αλλά κάπως πρέπει να δείξουμε και την καταγωγή μας. Το “The Nocturnal Silence” έχει αυτές τις μαγικές, σουηδικές, υφέρπουσες μελωδίες, που με κάποιον μαγικό τρόπο μαυρίζουν ακόμη περισσότερο τον καμβά παρά του δίνουν χρώμα. Μιλάμε για το απόλυτο trademark ήχου που δημιούργησε μια θριαμβευτική σχολή με αμέτρητους μιμητές. Θα πρέπει να τοποθετήσουμε χωροχρονικά το “The Nocturnal Silence” και να σκεφτούμε την αντίστοιχη περίπου εποχή τι υλικό κυκλοφορούσε στη Σουηδία από τους Dismember, Unleashed, Dissection, Sacramentum και άλλους. Μιλάμε για μια ηχητική επανάσταση, της οποίας τα αποτελέσματα βιώνουμε ακόμη και σήμερα. Δεν ξέρω αν οι πρωταγωνιστές είχαν συναίσθηση του τι δημιουργούσαν αλλά αν δεν το κατάλαβαν τότε, σίγουρα το βλέπουν σήμερα.
Το “The Nocturanl Silence” αποτελεί λοιπόν ένα σημείο αναφοράς του ακραίου ήχου. Κάποιος μπορεί να έχει κάποιο άλλο αγαπημένο album από τη μετέπειτα πορεία τους, όμως το “The Nocturanl Silence” εκτός από αψεγάδιαστο, αποτελεί και το πρώτο σοκ. Ντεμπούτο – δήλωση και γροθιά στο στομάχι. Μετά από λίγες συναυλίες επί σουηδικού εδάφους, ο Anders Strokirk εγκαταλείπει τους Necrophobic για να αφοσιωθεί στο άλλο του συγκρότημα, τους Blackshine. Ο Tobias που έκανε τα δεύτερα φωνητικά και της ηχογράφησης αλλά και των συναυλιών, ανέλαβε τα lead vocals και ο Martin Halfdan προσλαμβάνεται ως lead guitarist. Παρά τις αλλαγές σε μέλη μέσα στα χρόνια, το όραμα των Necrophobic δεν έσβησε ποτέ και δημιούργησαν πολλά classics στον ήχο τους. Τα σημαντικότερα εξ αυτών, θα έχουμε την ευκαιρία να τα απολαύσουμε ζωντανά στο “Κύτταρο” το Σάββατο 23 Απριλίου. Τα κομμάτια του “The Nocturnal Silence” θα ακουστούν το ίδιο απειλητικά όπως και τότε…