To Up the Hammers festival είναι κατά γενική ομολογία ένα από τα πιο αγαπητά ευρωπαικά φεστιβάλ του Underground στην Ευρώπη. Με σημαντική προσέλευση από όλο τον κόσμο εδώ και κοντά δυο δεκαετίες, το UTH καταφέρνει να στρέψει τα βλέμματα στην Αθήνα κάθε χρόνο λόγω του billing, το οποίο αποτελείται αφενός από μπάντες που βρίσκονται μεν στο πάνθεον του underground με κυκλοφορίες διαμάντια για τους οπαδούς του είδους, σπάνιες δε με μικρές πιθανότητες να τις δεις λάηβ. Όχι μόνο Ελλάδα, αλλά και γενικά. Από την άλλη, οι μπάντες αυτές που τις λες και ορόσημα για το heavy metal, ασχέτως βεληνεκούς, πλαισιώνονται από άλλες νεότερες που υπηρετούν το είδος, με τις κυκλοφορίες τους να ακούγονται και να κυκλοφορούν στους κύκλους του underground σα ζεστά ψωμάκια. Για την έκδοση του 2023 λοιπόν, όλο το τριήμερο του φεστιβάλ πλαισιώθηκε από αμφότερες.
Πάμε όμως στα προεόρτια. Το warm up show του festival πραγματοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη στο An Club στα Εξάρχεια, με τέσσερα συγκροτήματα που προϋπάντησαν το Σαββατοκύριακο που θα ακολουθούσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το εναρκτήριο λάκτισμα δίνουν οι Receiver, σε ένα ήδη κατάμεστο An Club από τις 7 το απόγευμα, μέσα και έξω. Οι Receiver έφτασαν στην Αθήνα από την Κύπρο και για περίπου 40-45 λεπτά μας παρουσίασαν ένα set που αναδεικνύει τέλεια το παραδοσιακό heavy metal που παίζουν. Η πεντάδα από τη Νικοσία μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, πράγμα που ομολογουμένως σπάνια να μου συμβεί δεδομένης της πληθώρας των κυκλοφοριών του ήχου αφενός, αφετέρου της επανάληψης που διέπει το είδος. Με το που γύρισα σπίτι, τα riffs του “Raiders of the Night”, “Starchaser” και “Unite” είχαν κολλήσει στο μυαλό μου και τα τίμησα δεόντως τις επόμενες μέρες όσο κατευθυνόμουν στο Gagarin για το κύριο μέρος του φεστιβάλ. Πολύ καλός ήχος και δυνατή σκηνική παρουσία εν γένει. Μακάρι να τους ξαναδούμε σύντομα.
Επόμενοι οι Σέρβοι Claymorean, έναν πιο epic/power μεταλ ήχο, μέσα από τα κλασσικά heavy metal περάσματα τους. Μια μπάντα με κοντά τριάντα χρόνια παρουσίας στο χώρο των Βαλκανίων, η οποία τα τελευταία έντεκα χρόνια είναι πάλι ενεργή, αφού είχε περάσει ένα μεγάλο διάστημα σε hiatus από το 2003-12, έτσι για την ιστορία. Η μπάντα παρουσίασε υλικό από όλες τις δισκογραφικές της δουλειές και εντυπωσίασε το κοινό, βλέποντας τις αντιδράσεις τους κατά τη διάρκεια του set. Η φωνή της εκθαμβωτικής Dejana ήταν αυτό που με κέρδισε περισσότερο, την οποία μάλιστα (και δικαίως!) είδαμε και το βράδυ του Σαββάτου, στη σκηνή του Gagarin να ερμηνεύει το “Astral Rider” στο πλευρό των Cloven Hoof. Η εμφάνιση των Claymorean έκλεισε με έναν φόρο τιμής στον Mark Shelton και τους Manilla Road, με μια διασκευή του Flaming Metal Systems. Γιατί τι σου είναι το Up The Hammers χωρίς λίγο Manilla Road;
Στη συνέχεια ανεβαίνουν στη σκηνή οι Wotan, τους οποίους είχα παρακολουθήσει ξανά το 2015 στα Τρίκαλα. Παρότι εδώ υπήρξε ένα gap 8 χρόνων, δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα με την εμφάνισή τους. Σίγουρα κατανοώ το hype του κοινού γύρω από το όνομά τους, αλλά στη σκηνή του An αυτό που είδα δεν είχε μεγάλες αποκλίσεις από αυτό που είχα δει τόσα χρόνια πριν, παρότι μεσολάβησε και η κυκλοφορία του “The Song of the Nibelungs” το 2019. Αφενός ο ήχος να είναι τελείως off, με σήμα κατατεθέν την κιθάρα να μην συνάδει σε τίποτα όλο το υπόλοιπο group ηχητικά, αφετέρου λόγω προσωπικού γούστου. Δεν υπήρξα ποτέ οπαδός του epic με ελάχιστες εξαιρέσεις που η μπάντα πράγματι με ταρακουνά. Στην προκειμένη δυστυχώς δεν έπαιξε κανένα από τα δυο σενάρια.
Και πάμε εν τέλει στη στιγμή που περιμένανε οι περισσότεροι. Οι Sonja για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μετά τον τεράστιο ντόρο που έκανε το ντεμπούτο τους, “Loud Arriver” μέσα στο 2022. Δικαιωματικά ένας από τους καλύτερους δίσκους των τελευταίων χρόνων, με ένα καταπληκτικό πάντρεμα heavy και gothic rock ήχου με ελάχιστα glam περάσματα, ένας συνδυασμός που για εμένα χτύπησε φλέβα χρυσού στο προσωπικό μου γούστο. Έτσι οι απαιτήσεις μου για τη συγκεκριμένη εμφάνιση ήταν υψηλές, αλλά από την άλλη λόγω της μεγάλης μου αγάπης για τον δίσκο δεν θα μπορούσα να είμαι και 100% αντικειμενική. Ο ήχος στο μικρόφωνο της Melissa ήταν σχεδόν ανύπαρκτος στο σημείο που βρισκόμουν (ακριβώς μπροστά της στο κάγκελο), αλλά λίγο με απασχόλησε λόγω του ότι οι κραυγές μας κάλυπταν τα φωνητικά ούτως ή άλλως. Σε μια δεύτερη προβολή στο YouTube όμως, είδα πως πράγματι υπήρχαν προβλήματα στη φωνή, χωρίς η ευθύνη να πέφτει στον ήχο εξ’ ολοκλήρου. Ωστόσο όλη η μπάντα παικτικά ήταν άψογη και το set ήταν ιδανικό, με όλο το “Loud Arriver” σε πρώτο πλάνο, σε συνδυασμό με δυο διασκευές. Η πρώτη, ήταν το “Devil’s Plaything” του Danzig, ενώ προς μεγάλη έκπληξη όλων, ακολούθησε το “Bridge of Death” (το οποίο είχαν παίξει και τις προηγούμενες μέρες σε κάποια εμφάνισή τους στην Ευρώπη, άρα είχε ήδη γνωστοποιηθεί σε κάποιο βαθμό για όσους ψάχνουν setlist πριν από κάθε live). Ωστόσο, να σταθούμε σε αυτό το σημείο στη σημασία και την επιλογή του συγκεκριμένου κομματιού. Σε ένα κατά γενική ομολογία στενόμυαλο χώρο, όπως αυτόν του παραδοσιακού heavy metal, κυρίως για τις προηγούμενες δεκαετίες που οι γυναίκες ήταν μειοψηφία αλλά και ο ρόλος που τους αναλογούσε βάσει των στερεοτύπων, ήταν αυτός της groupie, το να ακουστεί ένα κομμάτι Manowar από μια trans γυναίκα η οποία απολύθηκε από την προηγούμενή της μπάντα για αυτό ακριβώς το λόγο, το λες και statement. Που όχι μόνο σπάει στεγανά, γαμάει σπίτια. Η Melissa Moore, με ένα απλό λευκό φορεματάκι μπήκε στο χώρο, έπαιξε τέλεια το δίσκο της που αγκαλιάστηκε από όλους τους οπαδούς του είδους και είπε ένα μεγάλο “άντε γαμήσου” σε ένα χώρο που κατακλύζεται εν γένει από φαλλοκράτες. Με αφορμή τους Sonja από τη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, είδαμε πως αυτή η μάστιγα σιγά σιγά παίρνει πόδι και εξαφανίζεται, επιτέλους. Πάντα τέτοια.