Αν το ‘’Piece Of Mind’’ ήταν τάση για στροφή καριέρας τότε το πέμπτο studio album της παρέας από το Ανατολικό Λονδίνο ήταν ταξίδι χωρίς γυρισμό για τις πιο μεγάλες αρένες και περιοδείες της καριέρας τους. Ένας δίσκος που ενώ η λέξη filler μπορεί να υφίσταται, ‘’ταξιδεύει’’ σχεδόν όλα τα χρόνια της καριέρας του group στα setlist του (ίσως και το 2005 φέτος έγινε η εξαίρεση αν δεν με απατά η μνήμη μου) ανά την υφήλιο. Βέβαια “Flash of the Blade,” “The Duellists” και “Back in the Village” δεν τα ακούσαμε ποτέ ζωντανά έως σήμερα και μπορεί το “Losfer Words (Big ‘Orra)” να ακούστηκε γύρω στις 70 φορές ζωντανά δεν σημαίνει ότι στο μέλλον δεν μπορεί να συμβεί (Alexander The Great με ακούς?).
Η κυκλοφορία του έγινε σε μια εποχή όπου η δημοτικότητα του heavy metal βρισκόταν στο αποκορύφωμά της στις ΗΠΑ (No21 στο US Billboard 200) πράγμα που υποδηλώνει το πόσο progressive πνεύμα ήταν οι Maiden σε ότι αποφασίζαν να κάνουν την χρυσή δεκαετία των 80s όπου και γιγάντωσαν το όνομα τους. Με το group να ‘’γράφει’’ κοντά στις νορμανδικές ακτές και συγκεκριμένα στην βρετανική νήσο Jersey, εκεί που ξεκίνησε την σύλληψη ιδεών για το ‘’Piece Of Mind’’ και να ‘’τελειώνει’’ την δουλειά σε Μπαχάμες και Νέα Υόρκη ο θείος Rod ‘’κλείνει’’ 197 shows (που τελικά έγιναν 189 λόγω ακυρώσεων για θέματα υγείας) παγκόσμια περιοδεία γιατί κανείς σαν αυτόν και τον Αρχηγό δεν πιστεύει τόσο πολύ στο Θηρίο από γέννας έως σήμερα. Από αυτήν την περιοδεία μη ξεχνάμε ότι ηχογραφήθηκε το live album “Live After Death” (λογοπαίγνιο επί της φράσης ‘’ζωή μετά θάνατον’’, πιθανώς αναφερόμενο στο θάνατο του Eddie που μουμιοποιήθηκε στο “Powerslave”).
Αυτή ήταν η αρχή, ο δίσκος ‘’βγαίνει’’ στα ράφια. Αυτό το δημιούργημα, του πλέον σταθερού line-up, που συναντάμε δύο κομμάτια που αντιπροσωπεύουν τους δύο εκ διαμέτρου αντίθετους κόσμους των Maiden και αναφέρομαι στο ‘’2 Minutes To Midnight’’(το πρώτο από πολλά τραγούδια των Maiden που φέρουν αντιπολεμικό μήνυμα), που κατάφερε να φτάσει Νο 11 στα βρετανικά charts και το ‘’Rime Of The Ancient Mariner’’ ένα 14λεπτο έπος, βασισμένο στο σκοτεινά προαισθανόμενο ποίημα του Samuel Taylor Coleridge στα τέλη του 18ου αιώνα. Το μεγαλύτερο τραγούδι που είχε ηχογραφήσει ποτέ το συγκρότημα μέχρι εκείνο το σημείο. Θα ήταν άδικο βέβαια να μην αναφέρουμε πληροφορίες για τον δίσκο και για τα υπόλοιπα τραγούδια που μπορεί κατά την ηχογράφηση τους να ‘’συνάντησαν’’ δυσκολίες με τον απρόβλεπτα λειτουργικό εξοπλισμό όμως αξίζουν της προσοχής μας γιατί εκτός από ύμνοι είναι τραγούδια που πολλοί από εμάς αγαπήσαμε.
Στο εξώφυλλο απεικονίζεται ο Eddie ως το άγαλμα ενός Φαραώ, πλαισιωμένο από Σφίγγες και αγάλματα του Ανούβιδος (θεού των νεκρών και πατέρα της ταρίχευσης, την οποία πρωτοεφάρμοσε στο πτώμα του Όσιρι). Στο έδαφος απεικονίζεται ο θεός του Ήλιου Κέπρι, ο σκαραβαίος που κύλαγε τον Ήλιο από την ανατολή στη δύση σαν σβώλο κοπριάς. Ο ναός του εξώφυλλου είναι εμφανώς επηρεασμένος από το ναό Abu Simbel, ο οποίος έχει χτιστεί από τον Φαραώ Ραμσή Β’ (1279 – 1213 π.Κ.Χ.) το 1257 π.Κ.Χ. στην δυτική όχθη του Νείλου, νότια του Aswan, κοντά στα σύνορα με το Σουδάν. Ο ναός ήταν αφιερωμένος στους ηλιακούς θεούς Amon Ra και Ra Horakhte. Η πρόσοψη του ναού αποτελείται από τέσσερις τεραστίων διαστάσεων καθιστές αναπαραστάσεις του Ραμσή. Στο οπισθόφυλλο απεικονίζεται ο Eddie μέσα στη σαρκοφάγο να κρατάει τα σκήπτρα του Φαραώ. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με φιγούρες θεοτήτων, όπως ο Ώρος (απεικονιζόμενος φέροντας κεφαλή γερακιού), ο Ανούβις (κρατώντας τη ζυγαριά επί της οποίας ζύγιζε την ψυχή του νεκρού), τα μάτια του Οσίριδος (σύμβολα του Ήλιου και της Σελήνης) και ξανά ο Ανούβις με μορφή φαντάσματος, στη κεφαλή της σαρκοφάγου του Eddie. Τέλος, κάποιες λεπτομέρειες στο εξώφυλλο του album είναι ορατές μόνο στην έκδοση του βινυλίου. Συγκεκριμένα, στο εξώφυλλο κρύβονται χαραγμένα στην πυραμίδα το κεφάλι του Mickey Mouse (που πρωτοεμφανίστηκε σε εξώφυλλο Maiden στο single “Twilight Zone”), ένας γραφίστας, ένα σμήνος albatros που, προφανώς, παραπέμπουν στο “Rime Of The Ancient Mariner” και οι επιγραφές “INDIANA JONES WAS HERE 1941”, “BOLLOCKS” και “WOT A LOAD OF BOLLOCKS”.
Αναφέραμε στην αρχή την συνταγή του ‘’Piece Of Mind’’ στον τόπο σύλληψης ιδεών, εύλογο λοιπόν και το εδώ intro να σε παίρνει από τα μούτρα με το ‘’Aces High’’ να ‘’χώνει’’ για τα καλά τον έφηβο της εποχής στα άδυτα του νέου δίσκου. O τίτλος του κομματιού είναι δανεισμένος από την χαρτοπαικτική ορολογία, με τη λέξη ‘’άσσοι’’ να αποτελεί παράλληλη αναφορά στις αερομαχίες. ‘’Άσσοι’’ αποκαλούνταν οι πιλότοι που είχαν καταρρίψει πέντε ή περισσότερα εχθρικά αεροσκάφη σε μία ημέρα, κάτι που ίσως εξηγεί τους πέντε Eddie που έχουν διαγραφεί στο πλάι του αεροπλάνου στο οπισθόφυλλο του single του “Aces High”, το οποίο ήταν και το δεύτερο του album. Οι στίχοι περιγράφουν την αεράμυνα εναντίων της αεροπορίας των Ναζί κατά την πρώτη αποκλειστικά εναέρια μάχη στην ιστορία. Τα Spitfire, στα οποία γίνεται αναφορά, θεωρούνται από τα καλύτερα μαχητικά αεροπλάνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όσον αφορά το προαναφερόμενο έπος ‘’23:58’’ για το οποίο γράψαμε και πιο πάνω, αποτέλεσε το πρώτο single του album. Το εξώφυλλό του δε, απεικονίζει σημαίες κρατών τα οποία βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση (ή πρόσφατα βγήκαν από αυτή), την εποχή που κυκλοφόρησε. Οι στίχοι του τραγουδιού προκάλεσαν κάποια αρνητικά σχόλια από μερίδα του τύπου, αφού η EMI (η εταιρία στην οποία ανήκαν και ανήκουν οι Maiden) είναι το ένα μέλος της πολυεθνικής Thorn-EMI, της οποίας το άλλο μέλος κατασκεύαζε εξοπλισμό πολεμικών πλοίων. Έτσι, θεωρήθηκε ότι οι Maiden, έστω και έμμεσα, κέρδιζαν χρήματα ένα μέρος των οποίων συσχετιζόταν με το εμπόριο όπλων.
Βέβαια στο ταξίδι μας σε διάφορα τραγούδια του δίσκου δεν είναι γνωστή η επιρροή του group όπως πχ για το “Losfer Words” που το περικλύει μια Cockney αύρα, μια argo που αναπτύχθηκε στα ανατολικά προάστια του Λονδίνου από τους Cockney, την εργατική, δηλαδή, τάξη της περιοχής και απλά χρησιμοποιήθηκε από τον Αρχηγό. Από την άλλη, στο ‘’Flash Of The Blade’’ ο Bruce έγραψε τους στίχους, έχοντας προφανώς εμπνευσθεί από την ενασχόλησή του με τη ξιφασκία, όπου εξιστορεί την προσπάθεια ενός νεαρού να αριστεύσει στην τέχνη της ξιφασκίας ώστε να πάρει εκδίκηση για τη δολοφονία της οικογένειάς του. Το εν λόγω τραγούδι το χρησιμοποίησε και ο Dario Argento στο soundtrack της ταινίας ‘’Phenomena’’. Όσον αφορά το ‘’The Duellists’’ σύμφωνα με τον Dickinson, οι στίχοι του τραγουδιού είναι επηρεασμένοι από την ομότιτλη ταινία του Ridley Scott (1978), όπου ο Αρχηγός προσπάθησε μέσω των στίχων να δείξει πόσο μάταιες και ασύμβατες με την αξία της ζωής ήταν οι μονομαχίες. Στο ‘’Powerslave’’ συναντάμε ένα ακόμα τραγούδι επηρεασμένο στιχουργικά από την τηλεοπτική σειρά “The Prisoner” που προβάλλονταν τη δεκαετία του ‘60 στη Μ. Βρετανία και δεν είναι άλλο από το ‘’ Back In The Village’’, ενώ το ομόνυμο βασίζεται στην αιγυπτιακή ατμόσφαιρα που αποπνέει το artwork του album και τα σκηνικά της περιοδείας που το ακολούθησε. Όσο για το 14λεπτό έπος τα αναφέραμε πιο πάνω.
Κλείνοντας το μακροσκελές αυτό κείμενο αναφορά αφιέρωμα για τον δίσκο θα αναφέρουμε την απουσία του Dave Murray τόσο συνθετικά όσο και στιχουργικά, το δέσιμο του Harris με τον νεοφερμένο McBrain καθώς και την αναφορά του Dickinson στα shows του Iron Curtain που τα χαρακτηρίζει ως τα πιο σημαντικά που έχει παίξει στην ζωή του λέγοντας πως ‘’ Ήμασταν το πρώτο συγκρότημα υψηλού profile που πήγαμε. Εκπροσωπούσαμε αυτό το συναίσθημα του θαυμασμού. Είμαστε σε μια ελεύθερη χώρα! Δεν είχε να κάνει με το rock’n’roll, ήταν όλα για την ελευθερία από τον κομμουνισμό. Ήταν μια στιγμή ελπίδας και ένιωσα ότι ήμασταν αυτός ο φάρος’’.
Το ‘’Powerslave’’ (No38 στα 100 καλύτερα metal album όλων των εποχών για τοπεριοδικό Rolling Stone) κατάφερε να είναι ένας πολύ οπτικός δίσκος. Αν και δεν μπορέσει ποτέ να ονομαστεί αληθινά εννοιολογικό, η ικανότητα του συγκροτήματος να αφηγείται ιστορίες έφτασε σε ένα νέο επίπεδο, καθώς εξερεύνησε το υπερφυσικό (Rime Of The Ancient Mariner), τη Μάχη της Βρετανίας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Aces High), το τέλος του κόσμου (2 Minutes To Midnight) καθώς και ένα αιγυπτιακό θέμα στο ομότιτλο κομμάτι, κάτι που αντικατοπτρίστηκε και στο εξώφυλλο του album, με άλλο ένα αξιόλογο έργο του πατέρα του Eddie, Derek Riggs.
Up The Irons!